Το Οικονομικό Δελτίο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας [ΕΚΤ] αποτελεί ένα εκ των πιο σημαντικών μέσων επικοινωνίας που διαθέτει η ΕΚΤ, καθώς παρουσιάζει τα οικονομικά στοιχεία και δεδομένα, τόσο εντός της Ζώνης του Ευρώ όσο και εκτός αυτής, βάσει των οποίων το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ λαμβάνει τις αποφάσεις του. Η παρούσα σύνοψη του Οικονομικού Δελτίου καλύπτει τις αποφάσεις που ελήφθησαν στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου στις 9 Ιουνίου του 2022 και τα οικονομικά στοιχεία και εξελίξεις που αναφέρονται αφορούν στην περίοδο από 10 Μαρτίου έως 8 Ιουνίου του 2022. Για να διαβάσετε την πλήρη σύνοψη πατήστε εδώ.
Οι οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου και του νέου κύματος της πανδημίας στην Κίνα διαταράσσουν την βραχυπρόθεσμη παγκόσμια ανάπτυξη, κυρίως μέσω των τιμών των βασικών αγαθών. Τον Απρίλιο, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή στα κράτη μέλη του ΟΟΣΑ, πλην της Τουρκίας, βρέθηκε στο 7,2%, το μεγαλύτερο ποσοστό των τελευταίων τριών δεκαετιών, ενώ το ετήσιο ποσοστό εξαιρουμένης της ενέργειας και των τροφίμων βρέθηκε στο 4,7%. Οι παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές συνθήκες αυστηροποιήθηκαν ως απόρροια της νομισματικής ομαλοποίησης, της μείωσης των τιμών των περιουσιακών στοιχείων που περιέχουν κίνδυνο και την αύξηση των αποδόσεων.
Η εγχώρια ζήτηση στην Ευρωζώνη συρρικνώθηκε το πρώτο τρίμηνο του 2022 παρά την αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,6% το πρώτο τρίμηνο του έτους. Το επίπεδο του ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου της Ζώνης του Ευρώ βρέθηκε υψηλότερο κατά 0,8% από τα επίπεδα του τελευταίου τριμήνου του 2019. Παράλληλα, η αγορά εργασίας στην Νομισματική Ένωση συνεχίζει να βελτιώνεται παρά τις οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, με το ποσοστό ανεργίας τον Απρίλιο του 2022 να βρίσκεται στο 6,8%. Το ποσοστό των εργαζόμενων που καλύπτονταν από προγράμματα διατήρησης των θέσεων εργασίας μειώθηκε στο 1,1% του εργατικού δυναμικό από 1,6% που είχε βρεθεί τον Δεκέμβριο του 2021.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Eurostat ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή [ΕνΔΤΚ] βρέθηκε τον Μάιο του 2022 στο υψηλότερα ιστορικά ποσοστό με 8,1% από 7,4% τον Απρίλιο. Ο ΕνΔΤΚ εξαιρουμένης της ενέργειας και των τροφίμων [HICPX] αυξήθηκε στο 3,8%, ως αποτέλεσμα της αύξησης του πληθωρισμού σε υπηρεσίες και σε μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά. Τέλος, σύμφωνα με τις μακροοικονομικές προβλέψεις του Ευρωσυστήματος τον Ιούνιο προβλέπεται ο γενικός πληθωρισμός να παραμένει σε αρκετά υψηλά επίπεδα στο άμεσο μέλλον, πριν μειωθεί στο 3,5% το 2023 και 2,1% το 2024.
Οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων κρατικών ομολόγων έχουν αυξηθεί παγκοσμίως, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις ενισχύουν τις προσδοκίες για ταχύτερη ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής. Η μέση σταθμισμένη ως προς το ΑΕΠ απόδοση των κρατικών δεκαετών ομολόγων της Ευρωζώνης αυξήθηκε στο 2,05%, ενώ οι αποδόσεις των δεκαετών κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ αυξήθηκαν στο 3,03%. Οι τιμές των μετοχών των μη-χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων και των τραπεζικών ιδρυμάτων στην Ζώνη του Ευρώ αυξήθηκαν κατά 4,1% και 7,1%, αντίστοιχα. Αντιθέτως, στις ΗΠΑ οι τιμές των μετοχών των ΜΧΕ μειώθηκαν κατά 3,7% και κατά 7,5% οι τιμές των μετοχών των τραπεζικών ιδρυμάτων.
Αυστηροποίηση των συνθηκών χρηματοδότησης ανέφεραν οι επιχειρήσεις τον Απρίλιο του 2022, ενώ τα τραπεζικά επιτόκια των δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά έχουν αρχίσει να αντανακλούν τις αυξήσεις που παρατηρούνται στα επιτόκια μηδενικού κινδύνου, παραμένοντας όμως σε χαμηλά επίπεδα. Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των δανείων προς τις μη-χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις αυξήθηκε στο 5,2% τον Απρίλιο, μετά το 4,1% του Μαρτίου. Παράλληλα, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των δανείων προς τα νοικοκυριά παρέμεινε αμετάβλητος στο 4,5% τον Απρίλιο.
Ο λόγος του ελλείμματος γενικής της κυβέρνησης ως προς το ΑΕΠ της Ευρωζώνης υπολογίζεται πως μειώθηκε το 2021 στο 5,1% του ΑΕΠ, μετά από το πρωτοφανές 7,1% του 2020, ενώ προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω στο 3,8% του ΑΕΠ το 2022, στο 2,6% το 2023 και στο 2,4% το 2024. Μετά από μία μεγάλη αύξηση το 2020, ο λόγος δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ της Ευρωζώνης μειώθηκε ελαφρώς το 2021 και αναμένεται να συνεχίσει να υποχωρεί περαιτέρω φτάνοντας περίπου το 90% το 2024, πολύ πιο πάνω από τα επίπεδα του 2019.